Λάμπρου Κ. Σκόντζου
Καθηγητή Θεολογίας
Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΟΥ ΙΛΙΣΣΟΥ
Ένας παλαιοχριστιανικός ναός, γνωστός ως βασιλική του Ιλισσού, βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, πίσω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός, στη συμβολή των οδών Β. Όλγας, Β. Κωνσταντίνου και Αρδηττού. Πρόκειται για το αρχαιότερο χριστιανικό μνημείο της Αθήνας που παραμένει άγνωστο στους πολλούς. Είναι η πρώτη βασιλική στην Ελλάδα, η οποία αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα μετάβασης από την απλή ξυλόσκεπη στη μεγαλοπρεπή τρουλαία του 6ου αι. μ.Χ1
Ο ναός αυτός ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Λεωνίδη, επίσκοπο-μάρτυρα των Αθηνών και πρώτος αναφέρεται σ’ αυτόν ο λόγιος επίσκοπος Αθηνών Μιχαήλ Ακομινάτος ή Χωνιάτης (1182-1222) που ονομάζει το μνημείο «πολυάνδριον». Έγραψε ακόμα και εγκώμιο «εις τον Άγιον Ιερομάρτυρα Λεωνίδην και την Συνοδίαν αυτού»2. Με το πέρασμα των αιώνων ο ναός ερειπώνεται. Τα ερείπια σημειώνονται από τους Curtius-Caupert3 και μόλις το 1893 ο αρχαιολόγος Ανδρέας Σκιάς, κάνοντας ανασκαφή στην κοίτη του Ιλισσού για τον προσδιορισμό της αρχαίας Καλλιρόης, εντόπισε την παλαιό βασιλική και έκανε τις πρώτες του εκτιμήσεις4, ενώ ο βυζαντινολόγος Κ. Κωνσταντόπουλος μελέτησε το μνημείο5.
Την ανασκαφή όμως και τη συστηματική μελέτη της βασιλικής, ανέλαβε ο Γ. Σωτηρίου το 1916-1917. Οι διάφορες αθλητικές εγκαταστάσεις που είχαν αναγερθεί από το 1908, είχαν καλύψει μέρος του χώρου του μνημείου γι’ αυτό και η ανασκαφική εργασία υπήρξε περιορισμένη. Παρόλα αυτά, αποκάλυψε το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος της βασιλικής6. Δυστυχώς, όμως, το περίφημο αυτό μνημείο παραμένει παραμελημένο και άγνωστο.

Βυζαντινό μουσείο Αθηνών, μωσαϊκά βασιλικής Ιλισσού.
Ιστορικά στοιχεία για το μνημείο
Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή της βασιλικής, θεωρήσαμε σωστό να αναφέρουμε κάποια ιστορικά στοιχεία.
Η βασιλική του Ιλισσού ανάγεται, σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν κατά την ανασκαφή, στις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα. Για τη χρονολόγησή της ο Γ. Σωτηρίου έγραψε: «Η γενομένη σύγκρισις του μνημείου προς ετέρας Χριστιανικάς βασιλικάς ήγαγον ημάς εις την υπόθεσιν ότι η βασιλική των Αθηνών πρέπει να καταταχθή εν τα κτίσματα του Ε’ αιώνος. Την υπόθεσιν ταύτην ενισχύουσι τ’ ανευρεθέντα γλυπτά αρχιτεκτονικά μέλη και τα διασωθέντα τμήματα του ψηφιδωτού δαπέδου του Ναού». Ήταν αφιερωμένη, όπως αναφέρθηκε, στον Άγ. Λεωνίδη, επίσκοπο Αθηνών (Γ’ αι.), ο οποίος υπέστη το μαρτυρικό θάνατο της σταύρωσης, μαζί με άλλες επτά χριστιανές γυναίκες, στην Τροιζήνα, το Πάσχα του 250 κατά το διωγμό του Δεκίου (249- 251)7.
Κατόπιν οι Χριστιανοί συνέλεξαν τα λείψανα των μαρτύρων και τα φύλαξαν, μέχρι τις αρχές του 4ου αιώνα, σε ναό στην Επίδαυρο που αποκάλυψε το 1956-61 ο καθηγητής Δ. Πάλλας.
Στα χρόνια, όμως, του Μ. Κωνσταντίνου (323-339) μεταφέρθηκαν τα λείψανα, ή μέρος τους, στην Αθήνα, κατ’ απαίτηση, ίσως, των Αθηναίων Χριστιανών, και τοποθετήθηκαν σε υπόγεια νεκρική κρύπτη, το «Μαρτύριον», το οποίο κτίστηκε για το σκοπό αυτό στη νησίδα του ποταμού Ιλισσού8. Η κρύπτη αυτή γίνεται τόπος προσκυνήματος και αποκτά φήμη. Έτσι, με τον καιρό, προέκυψε ανάγκη ανέγερσης μεγάλου ναού. Πράγματι, έναν αιώνα μετά, δίπλα στο «Μαρτύριο» κτίστηκε η μεγαλοπρεπής βασιλική, μέσα σε ένα μαγευτικό τοπίο πρασίνου και ρεόντων υδάτων.
Ο καθηγητής Γ. Αντουράκης γράφει τα εξής κατατοπιστικά για την ίδρυση του ναού: «Από τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Παλιάς Αθήνας — που εξ’ αρχής ιδρύθηκε από Χριστιανούς και δεν προήλθε από μετατροπή αρχαίων μνημείων — είναι η περίφημη εκκλησία του Αγ. Λεωνίδου στον Ιλισσό. Δυστυχώς όμως και αυτή σώζεται σε ερείπια (θεμέλια) και μπορεί να χρονολογηθεί στα μέσα του 5ου αιώνα. Δεν αποκλείεται μάλιστα να ιδρύθηκε μεταξύ των ετών 423-450 και να συνδέεται με την κόρη του Αθηναίου σοφιστή Λεοντίου, Αθηναΐδα – Ευδοκία, η οποία όταν ανέβηκε στο θρόνο του Βυζαντίου το 423 ως σύζυγος του Θεοδοσίου του Β’ (408-450), θέλησε ως χριστιανή, να ευεργετήσει την πατρίδα της με πολλά έργα και κυρίως με την ίδρυση της μεγαλοπρεπούς βασιλικής του Ιλισσού. Ίσως, μάλιστα, η φιλότεχνη βασίλισσα Ευδοκία να έστειλε και αρχιτέκτονες από την ακμάζουσα, τότε, Αντιόχεια για να σχεδιάσουν το χριστιανικό αυτό μνημείο, του οποίου και τη δαπάνη θα ανέλαβε. Γεγονός, όμως, είναι ότι η βασιλική του Ιλισσού κατασκευάστηκε βιαστικά από τους χριστιανούς, οι οποίοι φοβούνταν τους ειδωλολάτρες επειδή και περισσότεροι και ακμαιότεροι ήταν κατά τον 5ο αιώνα. Η σπουδή της κατασκευής του μνημείου καταφαίνεται από πολλά στοιχεία και, κυρίως, από την αργολιθοδομή των σωζόμενων θεμελίων, από το διαφορετικό πάχος των τοίχων που κυμαίνεται από 75 εκατ. μέχρι 1,20 μ.»9 Επίσης, ο Γ. Σωτηρίου υποστηρίζει πως η αυτοκράτειρα επέλεξε το χώρο του Ιλισσού για να χτιστεί ο λαμπρός ναός απέναντι από το ναό του Ολυμπίου Διός και την Ακρόπολη, θέλοντας να τονίσει την εκπνοή της ειδωλολατρείας και το μέλλον της νέας πίστεως10.
Η χορηγία της Αθηναΐδας-Ευδοκίας πρέπει να ήταν πραγματικά γενναία, γιατί η καλλιέπεια του ναού ήταν μοναδική. Άγνωστες, όμως, κατοπινές αιτίες οδήγησαν στην εγκατάλειψή του.
Στα χρόνια του Μιχαήλ Ακομινάτου (12ος αι.) σε καλή κατάσταση σωζόταν μόνο το «Μαρτύριο». Στα χρόνια της τουρκοκρατίας ο ναός είχε σχεδόν ερειπωθεί και η τελειωτική του καταστροφή αποδίδεται στον Τούρκο διοικητή Χατζή-Αλή (χασικλή) ο οποίος, το 1778, χρησιμοποίησε τα υλικά του στην οχύρωση της πόλης11.

Κάτοψη και τομή κατά μήκος Μαρτυρίου Αγίου Λεωνίδη (σχεδ. Γ. Σωτηρίου).
Ο Ναός
Οι ανασκαφές του Γ. Σωτηρίου στα 1916-17, στη νησίδα του Ιλισσού, αποκάλυψαν, εκτός από τα θεμέλια της περίφημης βασιλικής, τα προσκτίσματα (κρύπτη, παστοφόρια, βαπτιστήριο, αίθριο κλπ.). Τα πορίσματα των ανασκαφών «δεν υπήρξαν παρά η πλήρης απόδειξις των συμπερασμάτων του Κωνσταντόπουλου»12. Παράλληλα, ο αρχιτέκτων Αναστάσιος Ορλάνδος σχεδίασε την κάτοψη του όλου συγκροτήματος και την πιθανή μορφή του ναού.
Ο τεράστιος ναός ήταν μια τρίκλιτη ξυλόσκεπη ελληνιστική βασιλική, μήκους 55 μέτρων και πλάτους 22, με δυο εγκάρσια κλιτή στο ιερό βήμα και το νάρθηκα. Το ιερό βήμα ήταν κατά μισό μέτρο υπερυψωμένο του κυρίως ναού και στο κέντρο του διακρίνονται ακόμα, ίχνη του κιβωρίου που σκέπαζε την Αγ. Τράπεζα. Στην αψίδα σώζεται μέρος του συνθρόνου και δεξιά και αριστερά τα παστοφόρια. Αξιοπρόσεκτοι είναι οι τέσσερις τεράστιοι πεσσοί, πάχους 1.20 μ. «Τα στηρίγματα αυτά σχηματίζουν ένα τετράγωνο, πάνω από το οποίο θα υπήρχε ένα είδος τρούλλου ή θόλου. Το ίδιο παρατηρείται π.χ. και στις βασιλικές της Ρώμης, στις οποίες — για να τονισθεί το μεγαλόπρεπο Ιερό Βήμα τους — δημιουργείται το γνωστό θριαμβευτικό τόξο»13. Η ιδιαιτερότητα αυτή κάνει τη βασιλική του Ιλισσού να θεωρείται ως μεταβατικός ναός προς την τρουλαία βασιλική, στην οποία αργότερα ο τρούλος του ιερού βήματος μετατοπίζεται στο κέντρο του ναού, με την εφεύρεση των γνωστών σφαιρικών τριγώνων από τους αρχιτέκτονες Ανθέμιο και Ισίδωρο (6ος αι.).
Ο κυρίως ναός, τεράστιος σε μήκος, διαιρείται σε τρία κλίτη με δυο μεσαίους τοίχους – στυλοβάτες, πάνω στους οποίους στηρίζονται οι κιονοστοιχίες, διαχωρίζοντας το μεγάλο μεσαίο και υπερυψωμένο κλιτός από τα δύο πλαϊνά. Η στέγη ήταν ξύλινη κεραμοσκεπής. Πιθανώς να υπήρχε στο ναό υπερώο ή γυναικωνίτης. Πολλές σειρές παραθύρων έριχναν άπλετο φως στο χώρο. Ο νάρθηκας είχε, όπως φαίνεται, την τυπική μορφή των γνωστών μας παλαιοχριστιανικών βασιλικών της Αχειροποιήτου και του Αγ. Δημητρίου Θεσσαλονίκης και διαχωριζόταν από τον κυρίως ναό, ίσως, με τόξα. Δεξιά και αριστερά του υπήρχαν προσκτίσματα, τα οποία σχημάτιζαν το μπροστινό εγκάρσιο κλιτός. Μπροστά από το νάρθηκα υπήρχε μεγάλο αίθριο διακοσμημένο με θαυμάσιο ψηφιδωτό δαπέδου. Η εσωτερική διακόσμηση του ναού ήταν λαμπρή. Αυτό φανερώνουν τα διάφορα μαρμάρινα κομμάτια που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή. Ήδη, όπως αναφέρει ο Αδ. Αδαμάντιου, «από τα τέλη του Δ’ μ.Χ. αιώνος έχομεν εις τας Αθήνας σχολήν Χριστιανών γλυπτών, οι οποία ακολουθεί την αρχαίαν τεχνικήν παράδοσιν»14.
Το σπουδαιότερο γλυπτό μέρος του ναού που διασώθηκε σε καλή κατάσταση, είναι τμήμα περιθυρώματος, ίσως της κυρίας πύλης του ναού, με ποικίλη διακόσμηση. το οποίο «ίσταται ως το μοναδικόν παράδειγμα χριστιανικής γλυπτικής εν Ελλάδι καθόλου»15. Οι εσωτερικοί τοίχοι ήταν καλυμμένοι με ορθομαρμάρωση πεντελικού μαρμάρου, το οποίο χάριζε φως και ομορφιά.
Το δάπεδο του ναού ήταν στρωμένο με θαυμάσιο ψηφιδωτό, από το οποίο διασωθήκαν πέντε μικρά τμήματα που μαρτυρούν πραγματικά υψηλή τέχνη. Τα σχήματα ήταν ποικίλα όπως ρόμβοι, κύκλοι, σταυροί, άμπελος με σταφύλια, φύλλα κισσού, πτηνά κ.ά.
Εικάζεται, λοιπόν, πως ο επιβλητικός όγκος του οικοδομήματος, η γλυπτική διακόσμηση των διάφορων μερών του ναού, η μαρμάρινη επένδυση των τοίχων, τα χρώματα και τα σχέδια του ψηφιδωτού δαπέδου, το χαμηλό μαρμάρινο τέμπλο και. τέλος, το κιβώριο της Αγ. τράπεζας συνέθεταν πραγματικά ένα θαύμα αισθητικής. Η βασιλική του Ιλισσού δεν υστερούσε σε τίποτα από τα σύγχρονό της ειδωλολατρικά ιερά της πρωτοχριστιανικής Αθήνας.
Η Κρύπτη και το Βαπτιστήριο
Από τα προκτίσματα της μεγάλης βασιλικής ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η κρύπτη-«Μαρτύριο» του Αγ. Λεωνίδη και το μοναδικό στην Αθήνα παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο.
Η κρύπτη είναι υπόγεια τετράγωνη αίθουσα, η οποία στεγαζόταν με ημισφαιρική οροφή. Πρόκειται για το αρχαιότερο οικοδόμημα του συγκροτήματος (4ος αι.) στο οποίο, όπως αναφέραμε, είχαν τοποθετηθεί τα λείψανα του Αγ. Λεωνίδη και της Συνοδείας του, σε τρεις αψιδωτούς τάφους (arcosolia) σε ισάριθμες πλευρές της κρύπτης. Οι μικρές αυτές αψίδες διατηρούνται μέχρι σήμερα άριστα. Το δάπεδο της αίθουσας είναι επιμελώς στρωμένο με πλάκες. Οι τοίχοι ήταν επενδυμένοι με ορθομαρμάρωση. Κατά την ανασκαφή βρέθηκαν εκεί, πήλινες λυχνίες με το χρίσμα. Δε βρέθηκαν, όμως, τα ιερά λείψανα. Για το «Μαρτύριο» αυτό, ο Γ. Σωτηρίου γράφει ότι είναι ένα σύνηθες χριστιανικό μαυσωλείο όπου περικλείονταν τα σώματα των μαρτύρων της χριστιανικής πίστεως, «πλησιέστερα έτι προς την ημετέραν Κρύπτην», τονίζει, «είναι τα συνεχίσαντα την ιουδαϊκήν παράδοσιν των τάφων της Παλαιστίνης και της Ανατολής εν γένει cubicula των Κατακομβών της Ρώμης…»16.
Στη ΒΔ πλευρά του ναού υπάρχουν δύο τετράγωνα προκτίσματα από τα οποία το ένα παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον γιατί πρόκειται, πιθανότατα, για παλαιοχρισπανικό βαπτιστήριο, που αργότερα μετατράπηκε σε οικογενειακό τάφο. Ο Γ. Σωτηρίου αναφέρει τα εξής υποθετικά για το κτίσμα αυτό: «Το δεύτερον τούτο πρόκτισμα νομίζομεν ή ότι εκτίσθη συγχρόνως μετά του ναού και εχρησιμοποιήθη ως βαπτιστήριον, ως ενισχύει την τοιαύτην υπόθεσιν η κατωτέρω εξεταζομένη κρήνη ή προσετέθη λίαν ενωρίς προς τον αυτόν ίσως σκοπόν· όταν εξέλιπεν ο λόγος της υπάρξεως βαπτιστηρίου και παρέμεινεν το κτίσμα αχρησιμοποίητον, μετεβλήθη εις οικογενειακόν τάφον σημαίνοντος πιθανώτατα εν Αθήναις προσώπου… Η υπόθεσις καθ’ ην ο οικογενειακός τάφος μετά του προσηρτημένου τετραγώνου κτίσματος ήτο αρχικώς το βαπτιστήριον του ναού, είναι ομολογουμένως τολμηρά καθ’ όσον είναι γνωστόν, ότι τα Βα- πτιστήρια είχον συνήθως στρογγυλόν ή πολυγωνικόν σχήμα και έκειντο ή παρά το βήμα ή δεξιά του ναού, ή και κατά την πρόσοψιν αυτού, αν και τούτο δεν δύναται ως κανών να εκληφθή»17.
Οπωσδήποτε, η αρχιτεκτονική και η θέση του βαπτιστηρίου δεν μπορούν να εκληφθούν ως κανόνας, τουλάχιστον για το βαπτιστήριο του ναού του Ιλισσού, γιατί κατά τη γνώμη μου η ύπαρξή του ήταν απαραίτητη, αφού έμελλε να βαφτιστεί μεγάλος αριθμός Αθηναίων ειδωλολάτρων· άλλωστε, η Αθήνα ήταν ακόμα το λίκνο της ειδωλολατρείας και η χριστιανική κοινότητα ολιγάριθμη. Τέλος και ο καθηγητής Γ. Αντουράκης, σήμερα υποστηρίζει την άποψη ότι το παραπάνω κτίσμα ήταν το βαπτιστήριο του ναού.

Βυζαντινό μουσείο Αθηνών, μωσαϊκά βασιλικής Ιλισσού.
Η σπουδαιότητα του μνημείου
Ύστερα από αυτή τη σύντομη παρουσίαση του συγκροτήματος της βασιλικής του Ιλισσού, νομίζω ότι έγινε φανερή η σπουδαιότητα του μνημείου, τόσο για την ιστορία της Τέχνης και του Πολιτισμού, όσο και γι αυτήν της πόλης των Αθηνών, της οποίας είναι το μοναδικό μνημείο των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Για τον αείμνηστο βυζαντινολόγο Κ. Κωνσταντόπουλο είναι μνημείο «αξίας λόγου δια το μέγεθος και την κατασκευήν»18. Επίσης, για τους αρχαιολόγους, που έκαναν την ανασκαφή, Γεώργιο και Μαρία Σωτήριου, είναι μνημείο σπουδαιότατο και άξιο μελέτης, γιατί η βασιλική του Ιλισσού ανήκει στους προδρομικούς μεταβατικούς τρουλαίους ναούς και χαρακτηρίζεται σαν βασικό παράδειγμα για την ιστορία των τύπων της βυζαντινής αρχιτεκτονικής.
Ήδη, ο καθηγητής Γ. Αντουράκης ανέλαβε τελευταία μια σοβαρή προσπάθεια για την προβολή του μνημείου, την επέκταση των ανασκαφών και την αναστήλωσή του. «Πρέπει» γράφει «να προσεχθεί και να γίνει αντικείμενο μελέτης, μετά την ελευθέρωση του γύρω χώρου και κυρίως μετά την ανασκαφή του αίθριου θεωρούμε σκόπιμη — και μάλιστα επείγουσα — την αναστήλωση και την αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή. Είναι ιστορικό χρέος της σημερινής Αθήνας η αποκατάσταση ενός τόσο μεγαλόπρεπου παλαιοχριστιανικού μνημείου. Η Θεσσαλονίκη π.χ. έχει δύο περίφημες παλαιοχριστιανικές Βασιλικές (Αγίου Δημητρίου και Αχειροποίητου), ενώ η Αθήνα στερείται παρομοίου μνημείου. Η έλλειψη αυτή πρέπει να συμπληρωθεί με την αποκατάσταση της αξιολογότατης Βασιλικής του Ιλισσού. Διαφορετικά δημιουργείται ένα καλλιτεχνικό κενό και μια πολιτιστική διάσπαση μιας περίπου χιλιετηρίδας στην πόλη των Αθηνών»19.
Σημειώσεις
- Γ. Αντουράκης Χριστιανική Αρχαιολογία, τόμος Α σελ. 82
- Μ. Ακομινάτου του Χωνιάτου Τα σωζόμενα. Εκδ Σ. Λάμπρου, Αθήνα 1879, τόμος Α σελ. 150-156
- Curtius-Caupert. Allas von Athen, πιν. X
- Π.Α.Ε.. 1893, σελ. 111
- Κ Κωνσταντοπουλος Συμβολή εις την τοπογραφίαν των Χριστιανικών Αθηνών, τόμος Β’ σελ. 331
- Ε 1917. σελ, 106
- Κώδιξ Δ 37 της Μονής Μ. Λαύρας. Κώδιξ 1564 της Παρισ. Βιβλιοθ. Μέγας Συναξαριστής της Ορθ. Εκκλησίας. Εκδ Ματθαίου, τόμος Δ. σελ 258-279, X. Παπαδοπούλου. Η Εκκλησία των Αθηνών, Αθήνα 1928. σελ. 21. ΘΗΕ, τόμος A. Σελ. 622 κ.α
- Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Φοίνιξ, τόμος Β’ σελ. 191
- Ως σημ. 1 σελ. 80
- Α.Ε 1919, σελ. 25.
- Σβορώνου το Μητρώο του Ιλισσού και η ζωοφόρος αυτού. ΔΕΝΑ 1916
- Αδαμάντιος Αδαμάντιου Μεγ. Ελλ. Εγκυκλ. Φοίνιξ, τόμος Β’ σελ. 191
- Ως σημ. 1
- Ως σημ 8. σελ 191
- Γ. Σωτήριου Α.Ε. 1919. σελ. 16.
- Ως ανω. σελ 9-10.
- Ως ανω, σελ. 27
- Βλ. σημ 8. σελ 191
- Ως σημ. 1
The Early-Christian Basilica of llissos
L. Skontzos
In downtown Athens and in the area behind the ruined temple of Zeus lies the unknown to many Basilica of Leo nidis, the oldest Christian monument of the capital. It was erected in the shop of Athens, who suffered martyrdom in 250 AD during Decius persecution
The building was a representative example of the transitional type — from the simple, timber roofed to the domed basilica The late G. Soteriou made the thorough excavation and study of the church during the years 1916-1917.
The basilica was probably founded in the years 423-450 by the Byzantine Empress Athenais-Eudocia, wife of the Emperor Theodosiue II Adjacent to the basilica was a crypte-martyrium. where Leonidis’ relics were kept, and another edifice, a baptistenum, in all probability The basilica itself was very carefully built and richly decorated with marble wall revetments. mosaics and sculpture
This Early-Christian monument of llissos properly fills the gap in the continuous artistic and cultural evolution of the city of Athens.
ΠΗΓΗ: ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ 2011 ΤΕΥΧΟΣ 6
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΙΛΙΣΣΟΥ – ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΑΓΙΟΥ ΛΕΩΝΙΔΗ (byzantineathens.com)