Κούρδαλι 20 Ιουνίου 1958
Είκοσι του Ιούνη του 1958. Τελευταίες μέρες λειτουργίας των δημοτικών σχολείων. Κάποια χαλάρωση στους κανονισμούς επιτρέπεται. Επιτρεπόταν και από τον αείμνηστο διευθυντή μας τότε στο δημοτικό των Σπηλιών Κλέαρχο Κυριακίδη, που ήταν παροιμιώδης για την τυπικότητα και την αυστηρότητα του.
Ήταν το μεγάλο διάλειμμα. Παρατράβηξε λίγο. Δε θυμούμαι γιατί. Ίσως στο γραφείο οι δάσκαλοι μας μαγείρευαν τους βαθμούς. Τα πιτσιρίκια ξεπνεμένα από το παιγνίδι καθίσαμε όλα μαζί, εξήντα-εβδομήντα παιδιά, στα σκαλιά του σχολείου περιμένοντας πότε θα κτυπήσει το κουδούνι.
Ο ήλιος έλαμπε. Τα χελιδόνια έκαναν βόλτες ψηλά στον ουρανό. Τα βουνά γύρω – τριγύρω πνιγμένα στο πράσινο. Ο ουρανός γελαστός – καταγάλανος. Φύσηξε δροσερό αεράκι. Φούσκωσαν τα στήθια μας και θυμηθήκαμε τη λευτεριά. Τη λευτεριά που κυνηγούσαμε τότες να πιάσουμε με ενέδρες στα βουνά, με διαδηλώσεις στις πόλεις, μεταφέροντας όπλα, ρίχνοντας φυλλάδια οι μεγαλύτεροι, κι εμείς οι μικρότεροι ζωγραφίζοντας ελληνικές σημαίες στο πανί, τρυπώντας τα λάστιχα των στρατιωτικών αυτοκινήτων, γιουχαΐζοντας πρασινοσκούφηδες, κοκκινοσκούφηδες και καθετί που ποδοπατούσε τη λευτεριά μας. Ζωντάνεψαν οι εμπειρίες μέσα μας κι ο καημός έγινε ξαφνικά τραγούδι. Ξεκινήσαμε με το «Ήταν πρώτη Απριλίου της ΕΟΚΑ η αρχή…», πιάσαμε μετά το «Ζήδρο μου καπετάνιο μου…» κι αρχίσαμε με πάθος το «Για σε γλυκιά πατρίδα μου το αίμα μου χύνω…». Μα εδώ η χαρά και η έκσταση μετατράπηκαν σε φόβο και αγωνία.

Γάμος Ανδρέα Πατσαλίδη από τα Καννάβια και Ειρήνης Αλεξάνδρου από τα Κούρδαλι, 1955
Μια τρομακτική έκρηξη συγκλόνισε τα πάντα. Ήταν φανερό από πού προερχόταν. Ήταν από το αδελφικό χωριό Κούρδαλι, ένα μίλι πιο κάτω, από τα Σπήλια. Δε χρειαζόταν να μας πει κανείς πως κάτι πολύ κακό θα έγινε. Άγγλοι εκείνη τη μέρα δεν υπήρχαν στα δύο χωριά. Χωρίς δεύτερη σκέψη, παρατήσαμε το σχολείο κι όλο το παιδομάνι ξεχυθήκαμε στον κατήφορο για τα Κούρδαλι. Φτερά λες και είχαν τα πόδια μας. Η αγωνία μας έδινε ακατάβλητη δύναμη. Σε λίγα λεπτά βρεθήκαμε στο τόπο της έκρηξης.
Στον τόπο της έκρηξης
Ήταν ένα θέαμα συγκλονιστικό, απ΄αυτά που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη. Το καινουργιόχτιστο σπίτι της Ειρήνης και Αντρέα Πατσαλίδη είχε τιναχτεί το μισό στον αέρα. Η στέγη ξηλώθηκε. Οι τοίχοι μισογκρεμίστηκαν. Σπασμένα κεραμιδιά γύρω – τριγύρω. Πόρτες ξεχαρβαλωμένες. Το ξύλινο πάτωμα του υπνοδωματίου κατέρρευσε και από τον πρώτο όροφο σωριάστηκε στο ισόγειο. Καπνοί ανέβαιναν μέσα από τα ερείπια. Ο αέρας μύριζε καμένα ρούχα, καμένες σάρκες.
Γυναίκες έτρεχαν αλαφιασμένες, άλλες κραυγάζοντας υστερικά, άλλες προσπαθώντας να συνεφέρουν την Ειρήνη που κατέρρευσε από τον κλονισμό. Άντρες έτρεχαν φωνάζοντας στη βρύση του χωριού να κουβαλήσουν νερό να σβήσουν τη φωτιά.
– Είναι πολλοί οι σκοτωμένοι, φώναξε κάποιος που δρασκέλισε την πόρτα του ισογείου.
– Θεέ μου! Ο ένας είναι κομματιασμένος, φώναξε τρομαγμένος ένας άλλος.
– Είναι τέσσερις οι σκοτωμένοι, ξανάπε ο πρώτος.
– Ο ένας είναι ο Κωστής του Αναξαγόρα κι ο άλλος ο Ανδρέας Πατσαλίδης, οι άλλοι δύο είναι άγνωστοι, δεν είναι χωριανοί μας συμπλήρωσε ο δεύτερος.
Πεντέξι άνδρες, δύο τρεις τολμηρές γυναίκες και κάνα δύο περίεργα παιδιά πλησίασαν την πόρτα του ισογείου μα ξαφνικά όλοι οπισθοδρόμησαν φοβισμένοι.
– Πίσω φώναξε ένας. Έχει μπόμπες. Μπορεί να εκραγούν.
Δεν προλάβαμε να συνέλθουμε από τους αλλεπάλληλους κλονισμούς κι ακούστηκε άλλη σπαρακτική φωνή.
-Κοιτάτε πάνω στην καρυδιά, κραύγασε μια γυναίκα και έπεσε λιπόθυμη.
Θεέ μου! Τι ήταν τούτο πάλι! Από τα κλαριά της αντικρινής καρυδιάς κρέμονταν ανθρώπινες σάρκες. Δυνάμωσε το κλάμα των γυναικών. Τα παιδιά άρχισαν και αυτά να κλαίνε φοβισμένα. Οι ποιο ψύχραιμοι είπαν στις γυναίκες να πάρουν τα παιδιά στα σπίτια τους. Μας μάζεψαν λοιπόν οι μανάδες μας και πήραμε τον ανήφορο για τα Σπήλια. Στο δρόμο συναντήσαμε στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα άγγλους στρατιώτες που έσπευδαν στον τόπο της τραγωδίας. Πόσο απαίσιες μου φάνηκαν οι φάτσες τους σήμερα. Έσκυψα να πάρω μια πέτρα, να τους τη ρίξω στα μούτρα, να ματωθούν και αυτοί λίγο, να πονέσουν σαν και μας. Όμως με τράβηξε απότομα η μάνα μου.
– Προχώρα μου είπε, προχώρα και κοίτα μπροστά σου. Έχει άλλους που θα τους κανονίσουν.
Τα φαινόμενα και οι αξίες
Φτάσαμε κάποτε στα Σπήλια. Τα κακά μαντάτα διαδόθηκαν αστραπιαία. Οι γυναίκες αφήσαν τα περιβόλια και οι άντρες τις δουλειές κι έφταναν αλαφιασμένοι στο χωριό. Οι άγνωστοι δυο σκοτωμένοι έβαζαν μύριες έγνοιες στο μυαλό τους. Κάθε σπίτι είχε τους δικούς του που είχαν δοθεί «ψυχή τε και σώματι» στον αγώνα. Σαν από σύνθημα άντρες και γυναίκες ντύθηκαν στα σκούρα, στα μαύρα .
Σκηνές αρχαίας ελληνικής τραγωδίας ξετυλίγονταν στο κέντρο του χωριού. Το χωριό ήταν ένας τεράστιος χορός της τραγωδίας τούτης. Κορυφαίοι ήταν η γυναίκα κι οι γονείς του Αντρέας Πατσαλίδη από τη μια, η αρραβωνιαστικιά κι οι γονείς του Κώστα Αναξαγόρα από την άλλη.
Όμως καθώς η μέρα κυλούσε προς το βράδυ η ψυχή άρχισε να στυλώνεται και πάλι, το δάκρυ να γίνεται όλο και πιο λίγο, το μυαλό να γίνεται όλο και πιο καθαρό. Έτσι φαινόμενα και αξίες πήραν τη θέση που άξιζε στο καθένα τους. Οι σκοτωμένοι πήραν τη θέση τους ανάμεσα στους άλλους ήρωες του 55-59, ο πόνος και το δάκρυ έγιναν εθνική περηφάνια, ο φόβος και η αγωνία έγιναν απόφαση για συνέχιση του αγώνα για λευτεριά, το κλάμα έγινε τραγούδι ηρωικό.
Γι’ αυτό όταν προς το βράδυ οι άγγλοι παίρναν τους τέσσερις ήρωες στο νοσοκομείο Λευκωσίας, οι πρώτες ελληνικές σημαίες είχαν βγει απ’ τα ερμάρια κι οι πρώτες δάφνες είχαν κοπεί.
Κηδεία – Συλλαλητήριο
Ήταν Πέμπτη 20 του Ιούνη του 1958. Βράδιασε. Τα παράθυρα φωτίστηκαν από τις λάμπες πετρελαίου, που δεν επρόκειτο να σβήσουν εκείνο το βράδυ. Όλοι ξαγρυπνούσαν. Άλλοι παραστέκουνταν στους συγγενείς των ηρώων. Άλλοι συζητούσαν το κακό και ψάχναν να βρουν εξηγήσεις. Τα οργανωμένα μέλη της ΕΟΚΑ ψάχναν να διαπιστώσουν την ταυτότητα των δυο άγνωστων ηρώων, μελετούσαν την κατάσταση, βγάζαν συμπεράσματα, αντρειεύουνταν, παίρναν αποφάσεις.
Την άλλη μέρα οι συγγενείς των ηρώων πήγαν στο νοσοκομείο για την τυπική αναγνώριση. Τα μέλη της ΕΟΚΑ άφησαν να γίνει γνωστό ότι οι τέσσερις ήρωες σκοτώθηκαν από κάποιο λάθος ενώ κατασκεύαζαν βόμβες στο σπίτι του Αντρέα Πατσαλίδη. Ο τρίτος ήρωας, είπαν, ήταν ο Παναγιώτης Γεωργιάδης από τα Λιβάδια Πιτσιλιάς. Ο τέταρτος έμενε ακόμη άγνωστος. Εν τω μεταξύ γνώστηκε πως η κηδεία των τεσσάρων ηρώων θα γινόταν την επόμενη μέρα στα Σπήλια.
Αμέσως μικροί-μεγάλοι μπήκαμε σε δράση. Τα κορίτσια καθάρισαν την εκκλησία. Τα αγόρια του Γυμνασίου καθάρισαν το κοιμητήριο. Τα αγόρια του Δημοτικού σαμαρώσαμε τα γαϊδούρια μας και πήγαμε στον ποταμό της Καστανιάς να φέρουμε δάφνες και μερσίνια. Τα μικρά κορίτσια μάζεψαν όλα τα λουλούδια από τους κήπους του χωριού Δυο-τρία μέλη της ΑΝΕ, που ήσαν άριστοι μαθητές ή μαθήτριες της έχτης Γυμνασίου, τους ανατέθηκε να γράψουν ομιλίες.
Το Σάββατο πρωί-πρωί άρχισαν οι τελευταίες ετοιμασίες. Ο κεντρικός δρόμος του χωριού στρώθηκε απ’ άκρη σ’ άκρη με δάφνη και μυρσίνη. Από κάθε σπίτι κρεμάστηκε και μια μεσίστια ελληνική σημαία. Τα παιδιά του δημοτικού και του γυμνασίου ντυθήκαμε την επίσημη στολή μας. Στο σύλλογο ΑΡΗ, στο κέντρο του χωριού, τα μέλη με μαύρα περιβραχιόνια φτιάχναν στεφάνια κι ανθοδέσμες.
Εν τω μεταξύ απ’ όλα τα χωριά της Σολιάς και Πιτσιλιάς φτάναν λεωφορεία γεμάτα κόσμο, με σημαίες και λάβαρα και στεφάνια, για να αποδώσουν τον ύστατο χαιρετισμό στους ήρωες. Το χωριό δεν ξαναγνώρισε τόσο κοσμολόι. Έμοιαζε με πραγματικό συλλαλητήριο.
Προς το μεσημέρι φάνηκαν τα αυτοκίνητα με τους μεγάλους νεκρούς. Τα’ ακολουθούσε στρατιά ολόκληρη από άλλα αυτοκίνητα αποδήμων της κοινότητας και της γύρω περιοχής. Η πομπή κινείτο αργά. Η καμπάνα τα’ Άη Αντώνη χτυπούσε πένθιμα. Οι καρδιές ράγισαν. Τα μάτια γέμισαν δάκρυα. Οι γυναίκες έσυραν το μοιρολόι. Άλλοι φώναζαν συνθήματα: «Ζήτω η ΕΟΚΑ», «Ζήτω η Ελλάδα», «Τιμή και δόξα στους ήρωες».
Ο κόσμος μαζεύτηκε στην πλατεία του χωριού. Μπροστά πήγαιναν οι ιερείς της περιοχής με θυμιατούς, λαμπάδες και εξαπτέρυγα. Δίπλα τους οι συγγενείς των ηρώων. Πιο πίσω οι πρόεδροι των συλλόγων της περιοχής, τα λάβαρα, οι σημαίες κι ένα απέραντο ανθρωπολόι με μάτια υγρά και στήθια ανταρεμένα.
Τα μέλη του ΑΡΗ με τα μαύρα περιβραχιόνια σήκωσαν τα τέσσερα φέρετρα που ήσαν ντυμένα στη γαλανόλευκη ψηλά. Οι μαθητές κι οι μαθήτριες τα έραναν με άνθη, οι ιερείς άρχισαν τη ψαλμουδιά κι ο κόσμος έσυρε βουβό κλάμα. Ωστόσο η πομπή σχηματίστηκε και πήρε το δρόμο προς την εκκλησιά. Ακολούθησε η κηδεία, οι επικήδειοι, η πορεία προς το κοιμητήριο και η ταφή.
Ο Αντρέας Πατσαλίδης, ο Κώστας Αναξαγόρα κι ο άγνωστος ήρωας τάφηκαν στα Σπήλια. Ο Παναγιώτης Γεωργιάδης μεταφέρθηκε και τάφηκε στο χωριό του. Τέσσερις μέρες αργότερα έφτασαν στα Σπήλια συγγενείς του άγνωστου ήρωα. Έγινε εκταφή και αναγνώριση. Ήταν ο Αλέκος Κωνσταντίνου από το Βαρώσι. Την ίδια μέρα ο Αλέκος μεταφέρθηκε και τάφηκε στη γενέτειρά του.
Ο επίλογος
Όσοι ζήσαμε τις μέρες εκείνες είναι αδύνατο να τις ξεχάσουμε. Θα τις κουβαλούμε πάντοτε μέσα μας. Προ πάντων τέτοιες μέρες, που είναι η επέτειος εκείνου του ομαδικού ολοκαυτώματος οι μνήμες ορθώνονται μπροστά μας ολοζώντανες. Κι όλο ψάχνουμε γύρω μας να βρούμε, αν οι μνήμες έγιναν πράξη και συνέπεια ζωής και αγώνα. Μα σκύβουμε το κεφάλι βλέποντας ακόμα μισογκρεμισμένο το σπίτι της έκρηξης χωρίς πλάκα σ’ ένα τοίχο, χωρίς καν μια σημαία να κυματίζει στα ερείπια.
Αλήθεια όχι μόνο αυτά, αλλά και προτομές, τουλάχιστο, των ηρώων έπρεπε κάπου να στηθούν για να τις βλέπουμε, να θυμόμαστε και να ψάχνουμε μέσα μας και γύρω μας πόσο άξιοι ή ανάξιοι φανήκαμε της θυσίας τους. Τα οργανωμένα σύνολα των Σπηλιών έχουν το λόγο.
Στρόβολος 15/06/1987 Αντρέας Χρυσάνθου
Σημείωμα
Αμέσως μετά το μνημόσυνο των ηρώων το 1987, ο τότε υπουργός Εσωτερικών Ντίνος Μιχαηλίδης, αφού πήρε τον καφέ του στο καφενείο του Γιαννή Τσιουτή, κάλεσε δίπλα του τον Πάμπο Δημητρίου και είπε εις ευήκοον όλων: «Πάμπο, πρέπει να ιδρυθεί μια επιτροπή από τους συγγενείς των ηρώων, τις χωρητικές αρχές και τα οργανωμένα σύνολα της κοινότητας για να ανεγερθεί ένα μνημείο για τους ήρωες. Ξέρεις είχε χθες ένα σχετικό δημοσίευμα στις εφημερίδες…. Οργανωθείτε και ενημερώστε με . Θα βοηθήσουμε.»
Όντως αμέσως μετά σχηματίστηκε η Επιτροπή Ανέγερσης Μνημείου των Ηρώων. Το αποτέλεσμα ήταν ένα ωραιότατο μνημείο στο κέντρο των Σπηλιών, αναστήλωση του σπιτιού του ήρωα Αντρέα Πατσαλίδη και δημιουργία μικρού σχετικού μουσείου στο ισόγειό του. Όλα καλά και όλα όπως έπρεπε. Αξίζουν συγχαρητήρια στην Επιτροπή.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ:http://www.soliacy.com/el/spilia/articlesspilia/106-2011-06-16-17-01-41.html